ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΚΙΛΕΛΕΡ
Ο σοσιαλιστής Μαρίνος Αντύπας ήταν ο Φεραίος του αγροτικού διαφωτισμού.
Στην ουσία ο πρώτος νεκρός του Κιλελέρ. Ο πρώτος που έβαλε τα στήθη του στις δολοφονικές κάνες, κι ας μην ήταν αγρότης ο ίδιος.
Αγωνιστής του αγροτικού κινήματος (1872 – 1907). Μία μεγάλη μορφή του αγροτικού κινήματος που γεννήθηκε στο ορεινό χωριό Φερεντινάτα στην Κεφαλονιά το 1872. Όταν τελείωσε το Γυμνάσιο πήγε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Ως φοιτητής ήρθε σε στενή επαφή με προοδευτικούς, δημοκρατικούς και σοσιαλιστικούς κύκλους της Αθήνας, που επέδρασαν σημαντικά στον ιδεολογικό του προσανατολισμό.
Όταν ξέσπασε η Κρητική επανάσταση του 1896, ο Αντύπας με άλλους φοιτητές κατέβηκε εθελοντής αγωνιστής στην Κρήτη. Σε μια σύγκρουση όμως με τους Τούρκους, τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος και αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αθήνα.
Το 1897 πήρε δραστήριο μέρος στην οργάνωση λαϊκού συλλαλητηρίου στην πλατεία Ομονοίας, όπου κατηγόρησε τη στάση της Βασιλείας και ζήτησε την εξακολούθηση του πολέμου κατά των Τούρκων μέχρι τέλους. Το αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί να φυλακιστεί και να δικαστεί στις 8 Ιανουαρίου του 1898. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε φυλάκιση ενός έτους.
Μετά την αποφυλάκισή του, επέστρεψε στην Κεφαλονιά και εξέδωσε την εβδομαδιαία εφημερίδα “Ανάστασις”, όπου το πρώτο φύλλο της κυκλοφόρησε στις 29 Ιουλίου του 1900. Το περιεχόμενο του πρώτου φύλλου προκάλεσε την καταδίωξη του Αντύπα και την εισαγωγή του σε δίκη, με αποτέλεσμα τη διακοπή της έκδοσης της εφημερίδας. Όμως από τις 3 Ιουλίου 1904 ως τις 27 Απριλίου 1907 συνεχίστηκε η έκδοσή της χωρίς καμιά διακοπή.
Η κοινωνική και πολιτική του δραστηριότητα δεν περιορίστηκε μόνο στην Κεφαλονιά αλλά ξεδιπλώθηκε και στην Αθήνα. Έπαιρνε ενεργό μέρος στη διοργάνωση συλλαλητηρίων.
Κορύφωση της πολιτικής του δραστηριότητας ήταν η υποψηφιότητά του ως Βουλευτή Κρανιάς κατά τις βουλευτικές εκλογές του 1906. Το κατεστημένο συσπειρώθηκε εναντίον του και φυσικά χάνει τις εκλογές. Απέτυχε η υποψηφιότητά του με μικρή μειοψηφία, μαζεύοντας 2.550 ψήφους εργατών και χωρικών.
Φεύγει για τον Πυργετό της Θεσσαλίας. Όλη του τη δραστηριότητα και φλόγα από το 1906 την αφιερώνει για το ξύπνημα των σκλάβων της Θεσσαλίας. Από τη θέση του επιστάτη στα κτήματα του θείου του Σκιαδαρέση, στον Πυργετό της Λάρισας, προπαγανδίζει τις ιδέες του στον τυραννισμένο κόσμο της γης και βάζει μπουρλότο σ’ όλη τη Θεσσαλία.
Μετά την τουρκοκρατία το 1881 τα τσιφλίκια του Αλή Πασά αγοράστηκαν και πέρασαν στα χέρια των Ελλήνων τσιφλικάδων, στους Κεφαλονίτες Αριστείδη Μεταξά από την πλευρά του Πυργετού και του Γεώργιου Σκιαδαρέση με έδρα το Ομόλιο (Λασποχώρι), σύνολο έκτασης 300000 στρέμματα. Ο Σκιαδαρέσης ήταν πλούσιος γεωπόνος από το Βουκουρέστι. Εκεί πήγε ο ανιψιός του Μαρίνος Αντύπας και τον έπεισε να αγοράσει χωράφια, όπως και έγινε. Εκεί διόρισε επιστάτες τον Μαρίνο Αντύπα και τον Παναγιώτη Σκιαδαρέση.
Ο Αντύπας άρχισε να ασχολείται με το αγροτικό ζήτημα και τα δικαιώματα των αγροτών που ζούσαν σε άθλιες συνθήκες στην ύπαιθρο. Προτείνει να μην εργάζονται την Κυριακή, αλλά να πηγαίνουν τα παιδιά Σχολείο. Άρχισε να τους διδάσκει ανθρώπινα δικαιώματα. Στις ενέργειές του αυτές είχε την κάλυψη και σύμφωνη γνώμη του θείου του που ήταν ένθερμος υποστηρικτής των αγροτών και άρχισε να παραχωρεί εκτάσεις για βοσκότοπους για να χτίσουν σπίτια και τους χάριζε μέρος της παραγωγής.
Οι αγρότες τον λάτρευαν, οι τσιφλικάδες άρχισαν να ανησυχούν.
Αψήφησε πραγματικά την τρομοκρατία των τσιφλικάδων, με αποτέλεσμα να πέσει θύμα δολοφονίας στον Πυργετό, στις 8 προς 9 Μάρτη του 1907. Τον δολοφόνησε ο Γιάννης Κυριακός, έμπιστος επιστάτης του μεγαλοκτηματία Αριστείδη Μεταξά., αντί του ποσού των 12000 δρχ . Έτσι χάθηκε αυτός ο πραγματικός αγωνιστής και διαφωτιστής των κολίγων, η ψυχή της αγροτιάς του Θεσσαλικού κάμπου, πληρώνοντας με τη ζωή του τις ιδέες του.
Οι αρχές κάλυψαν τον δολοφόνο του. Ο θείος του Σκιαδαρέσης, πικραμένος για το χαμό του ανιψιού του πούλησε το τσιφλίκι κι έφυγε.
Ο Αντύπας προαισθάνθηκε το τέλος του κι έλεγε στους αγρότες «Εμένα θα με σκοτώσουν, μα όπου κι αν με βρει το κακό να ΄ρθείτε να με πάρετε, θέλω και νεκρός να είμαι ανάμεσά σας».
Η δολοφονία του Αντύπα έμελλε να γίνει ο προπομπός, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την εξέγερση στο Κιλελέρ, την ίδια ημερομηνία με το θάνατό του 3 χρόνια αργότερα στις 6 Μαρτίου 1910.
Ο Θάνατός του προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση. Τάφηκε στο χώρο εκείνο που αγωνίστηκε. Ο τάφος του βρίσκεται στο χωριό Ομόλιο, εκεί όπου σήμερα είναι τοποθετημένη η προτομή του, στο προαύλιο της νεόδμητης εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου.
Παραθέτουμε ένα μέρος της αρχής από το τελευταίο του άρθρο, με τίτλο “ΤΙ ΕΙΜΑΙ”, που μας δείχνει το “πιστεύω” αυτού του μεγάλου αγωνιστή:
“Είμαι Σοσιαλιστής όνομα και πράγμα, φέρω τον τίτλο μου πιστώς και υπερηφάνως. Πιστεύω ως Παντοκράτορα, ποιητή ορατών τε και αοράτων, την εργασίαν, και ως ομοούσιον και αχώριστον τριάδα της ευτυχίας και της ειρήνης, την Ελευθερία, την Ισότητα και την Αδελφότητα”.
Ο σοσιαλιστής Μαρίνος Αντύπας ήταν ο Φεραίος του αγροτικού διαφωτισμού.
Στην ουσία ο πρώτος νεκρός του Κιλελέρ. Ο πρώτος που έβαλε τα στήθη του στις δολοφονικές κάνες, κι ας μην ήταν αγρότης ο ίδιος.
Αγωνιστής του αγροτικού κινήματος (1872 – 1907). Μία μεγάλη μορφή του αγροτικού κινήματος που γεννήθηκε στο ορεινό χωριό Φερεντινάτα στην Κεφαλονιά το 1872. Όταν τελείωσε το Γυμνάσιο πήγε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Ως φοιτητής ήρθε σε στενή επαφή με προοδευτικούς, δημοκρατικούς και σοσιαλιστικούς κύκλους της Αθήνας, που επέδρασαν σημαντικά στον ιδεολογικό του προσανατολισμό.
Όταν ξέσπασε η Κρητική επανάσταση του 1896, ο Αντύπας με άλλους φοιτητές κατέβηκε εθελοντής αγωνιστής στην Κρήτη. Σε μια σύγκρουση όμως με τους Τούρκους, τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος και αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αθήνα.
Το 1897 πήρε δραστήριο μέρος στην οργάνωση λαϊκού συλλαλητηρίου στην πλατεία Ομονοίας, όπου κατηγόρησε τη στάση της Βασιλείας και ζήτησε την εξακολούθηση του πολέμου κατά των Τούρκων μέχρι τέλους. Το αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί να φυλακιστεί και να δικαστεί στις 8 Ιανουαρίου του 1898. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε φυλάκιση ενός έτους.
Μετά την αποφυλάκισή του, επέστρεψε στην Κεφαλονιά και εξέδωσε την εβδομαδιαία εφημερίδα “Ανάστασις”, όπου το πρώτο φύλλο της κυκλοφόρησε στις 29 Ιουλίου του 1900. Το περιεχόμενο του πρώτου φύλλου προκάλεσε την καταδίωξη του Αντύπα και την εισαγωγή του σε δίκη, με αποτέλεσμα τη διακοπή της έκδοσης της εφημερίδας. Όμως από τις 3 Ιουλίου 1904 ως τις 27 Απριλίου 1907 συνεχίστηκε η έκδοσή της χωρίς καμιά διακοπή.
Η κοινωνική και πολιτική του δραστηριότητα δεν περιορίστηκε μόνο στην Κεφαλονιά αλλά ξεδιπλώθηκε και στην Αθήνα. Έπαιρνε ενεργό μέρος στη διοργάνωση συλλαλητηρίων.
Κορύφωση της πολιτικής του δραστηριότητας ήταν η υποψηφιότητά του ως Βουλευτή Κρανιάς κατά τις βουλευτικές εκλογές του 1906. Το κατεστημένο συσπειρώθηκε εναντίον του και φυσικά χάνει τις εκλογές. Απέτυχε η υποψηφιότητά του με μικρή μειοψηφία, μαζεύοντας 2.550 ψήφους εργατών και χωρικών.
Φεύγει για τον Πυργετό της Θεσσαλίας. Όλη του τη δραστηριότητα και φλόγα από το 1906 την αφιερώνει για το ξύπνημα των σκλάβων της Θεσσαλίας. Από τη θέση του επιστάτη στα κτήματα του θείου του Σκιαδαρέση, στον Πυργετό της Λάρισας, προπαγανδίζει τις ιδέες του στον τυραννισμένο κόσμο της γης και βάζει μπουρλότο σ’ όλη τη Θεσσαλία.
Μετά την τουρκοκρατία το 1881 τα τσιφλίκια του Αλή Πασά αγοράστηκαν και πέρασαν στα χέρια των Ελλήνων τσιφλικάδων, στους Κεφαλονίτες Αριστείδη Μεταξά από την πλευρά του Πυργετού και του Γεώργιου Σκιαδαρέση με έδρα το Ομόλιο (Λασποχώρι), σύνολο έκτασης 300000 στρέμματα. Ο Σκιαδαρέσης ήταν πλούσιος γεωπόνος από το Βουκουρέστι. Εκεί πήγε ο ανιψιός του Μαρίνος Αντύπας και τον έπεισε να αγοράσει χωράφια, όπως και έγινε. Εκεί διόρισε επιστάτες τον Μαρίνο Αντύπα και τον Παναγιώτη Σκιαδαρέση.
Ο Αντύπας άρχισε να ασχολείται με το αγροτικό ζήτημα και τα δικαιώματα των αγροτών που ζούσαν σε άθλιες συνθήκες στην ύπαιθρο. Προτείνει να μην εργάζονται την Κυριακή, αλλά να πηγαίνουν τα παιδιά Σχολείο. Άρχισε να τους διδάσκει ανθρώπινα δικαιώματα. Στις ενέργειές του αυτές είχε την κάλυψη και σύμφωνη γνώμη του θείου του που ήταν ένθερμος υποστηρικτής των αγροτών και άρχισε να παραχωρεί εκτάσεις για βοσκότοπους για να χτίσουν σπίτια και τους χάριζε μέρος της παραγωγής.
Οι αγρότες τον λάτρευαν, οι τσιφλικάδες άρχισαν να ανησυχούν.
Αψήφησε πραγματικά την τρομοκρατία των τσιφλικάδων, με αποτέλεσμα να πέσει θύμα δολοφονίας στον Πυργετό, στις 8 προς 9 Μάρτη του 1907. Τον δολοφόνησε ο Γιάννης Κυριακός, έμπιστος επιστάτης του μεγαλοκτηματία Αριστείδη Μεταξά., αντί του ποσού των 12000 δρχ . Έτσι χάθηκε αυτός ο πραγματικός αγωνιστής και διαφωτιστής των κολίγων, η ψυχή της αγροτιάς του Θεσσαλικού κάμπου, πληρώνοντας με τη ζωή του τις ιδέες του.
Οι αρχές κάλυψαν τον δολοφόνο του. Ο θείος του Σκιαδαρέσης, πικραμένος για το χαμό του ανιψιού του πούλησε το τσιφλίκι κι έφυγε.
Ο Αντύπας προαισθάνθηκε το τέλος του κι έλεγε στους αγρότες «Εμένα θα με σκοτώσουν, μα όπου κι αν με βρει το κακό να ΄ρθείτε να με πάρετε, θέλω και νεκρός να είμαι ανάμεσά σας».
Η δολοφονία του Αντύπα έμελλε να γίνει ο προπομπός, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την εξέγερση στο Κιλελέρ, την ίδια ημερομηνία με το θάνατό του 3 χρόνια αργότερα στις 6 Μαρτίου 1910.
Ο Θάνατός του προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση. Τάφηκε στο χώρο εκείνο που αγωνίστηκε. Ο τάφος του βρίσκεται στο χωριό Ομόλιο, εκεί όπου σήμερα είναι τοποθετημένη η προτομή του, στο προαύλιο της νεόδμητης εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου.
Παραθέτουμε ένα μέρος της αρχής από το τελευταίο του άρθρο, με τίτλο “ΤΙ ΕΙΜΑΙ”, που μας δείχνει το “πιστεύω” αυτού του μεγάλου αγωνιστή:
“Είμαι Σοσιαλιστής όνομα και πράγμα, φέρω τον τίτλο μου πιστώς και υπερηφάνως. Πιστεύω ως Παντοκράτορα, ποιητή ορατών τε και αοράτων, την εργασίαν, και ως ομοούσιον και αχώριστον τριάδα της ευτυχίας και της ειρήνης, την Ελευθερία, την Ισότητα και την Αδελφότητα”.
ΤΟ ΜΑΚΕΛΕΙΟ ΣΤΟ ΚΙΛΕΛΕΡ
Ύστερα από τη δολοφονία του Αντύπα, οι Θεσσαλοί αγρότες άρχισαν έντονο αγώνα. Συγκροτήθηκε Πανθεσσαλική επιτροπή και αποφασίστηκε να γίνει συλλαλητήριο στην πόλη της Λάρισας στις 6 Μαρτίου 1910, με αίτημα την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών.
Από το πρωί- πρωί άρχισαν να έρχονται από τα χωριά οι αγρότες. Στο σιδηροδρομικό σταθμό του Κιλελέρ (Κυψέλη) μαζεύτηκαν οι κολίγοι, για να πάρουν το τρένο και να πάνε στη Λάρισα. Όταν έφτασε το τρένο από το Βόλο, οι κολίγοι θέλησαν να ανέβουν χωρίς να πληρώσουν εισιτήριο. Τότε ο πρόεδρος των σιδηροδρόμων Πολίτης, που ταξίδευε με το τρένο, διέταξε τους στρατιώτες να τους πετάξουν έξω. Τότε οι αγρότες άρχισαν να πετούν πέτρες και οι στρατιώτες, κατόπιν διαταγής, ανταπέδωσαν τα πυρά. Σε εκείνο το σημείο έπεσαν νεκροί δυο αγρότες και πολλοί άλλοι τραυματίστηκαν βαριά.
Καθώς το τρένο προχωρούσε, στο σταθμό Τσουλάρ ήταν συγκεντρωμένοι πολλοί αγρότες, που ζητούσαν να σταματήσει το τρένο. Μα το τρένο δε σταματάει. Νέος πετροπόλεμος, νέα πυρά, δυο ακόμα αγρότες νεκροί .Το ίδιο έγινε αργότερα και στη Λάρισα. Οι σκλάβοι της γης που αιώνες πότιζαν με τον ιδρώτα τους τη γη, την πότισαν και με το αίμα τους. Το αίμα είχε χυθεί και ποτίσει τον κάμπο. Ο αγροτισμός έγραψε μια μεγάλη σελίδα. Και το σύνθημα του αγώνα , της πάλης είχε δοθεί με το αίμα και τα κορμιά που έπεσαν.
Ύστερα από τη δολοφονία του Αντύπα, οι Θεσσαλοί αγρότες άρχισαν έντονο αγώνα. Συγκροτήθηκε Πανθεσσαλική επιτροπή και αποφασίστηκε να γίνει συλλαλητήριο στην πόλη της Λάρισας στις 6 Μαρτίου 1910, με αίτημα την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών.
Από το πρωί- πρωί άρχισαν να έρχονται από τα χωριά οι αγρότες. Στο σιδηροδρομικό σταθμό του Κιλελέρ (Κυψέλη) μαζεύτηκαν οι κολίγοι, για να πάρουν το τρένο και να πάνε στη Λάρισα. Όταν έφτασε το τρένο από το Βόλο, οι κολίγοι θέλησαν να ανέβουν χωρίς να πληρώσουν εισιτήριο. Τότε ο πρόεδρος των σιδηροδρόμων Πολίτης, που ταξίδευε με το τρένο, διέταξε τους στρατιώτες να τους πετάξουν έξω. Τότε οι αγρότες άρχισαν να πετούν πέτρες και οι στρατιώτες, κατόπιν διαταγής, ανταπέδωσαν τα πυρά. Σε εκείνο το σημείο έπεσαν νεκροί δυο αγρότες και πολλοί άλλοι τραυματίστηκαν βαριά.
Καθώς το τρένο προχωρούσε, στο σταθμό Τσουλάρ ήταν συγκεντρωμένοι πολλοί αγρότες, που ζητούσαν να σταματήσει το τρένο. Μα το τρένο δε σταματάει. Νέος πετροπόλεμος, νέα πυρά, δυο ακόμα αγρότες νεκροί .Το ίδιο έγινε αργότερα και στη Λάρισα. Οι σκλάβοι της γης που αιώνες πότιζαν με τον ιδρώτα τους τη γη, την πότισαν και με το αίμα τους. Το αίμα είχε χυθεί και ποτίσει τον κάμπο. Ο αγροτισμός έγραψε μια μεγάλη σελίδα. Και το σύνθημα του αγώνα , της πάλης είχε δοθεί με το αίμα και τα κορμιά που έπεσαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου