Κυριακή 26 Αυγούστου 2012

Η σχέση της Αριστεράς με τη μεσαία τάξη

ΤΟΥ ΝΑΣΟΥ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ


Η επιστροφή του κρίσιμου παράγοντα της ταξικής πόλωσης αποτέλεσε τη θετικότερη συνέπεια της τελευταίας διπλής εκλογικής αναμέτρησης. Για πρώτη φορά μετά το 1985, δύο εντελώς διαφορετικά κοινωνικοπολιτικά στρατόπεδα, με ριζικά αντίθετα μεταξύ τους ιδεολογικά προτάγματα, αναμετρήθηκαν με τρόπο ευθύ και ξεκάθαρο. Από τη μια μεριά, οι προλεταριοποιημένες μερίδες της κοινωνίας, κυρίως χαμηλόμισθοι και άνεργοι, και από την άλλη οι εύπορες τάξεις, σε αγαστή όμως συμπόρευση με πληθυσμιακές κατηγορίες που εκφράζουν την κοινωνική συντήρηση, τα φοβικά ανακλαστικά κ.λπ., όπως π.χ. συνταξιούχοι και αγρότες. Η συστοίχιση δυνάμεων στα δύο αυτά στρατόπεδα ήταν ένα υγιές φαινόμενο, που σήμανε τη λήξη μιας μακροχρόνιας κρίσης αντιπροσώπευσης, που συνοδευόταν από απίσχνανση των ταξικών χαρακτηριστικών του εκλογικού σώματος.

Όμως, αυτή τη στιγμή, το κλειδί των πολιτικών εξελίξεων βρίσκεται στα χέρια της λεγόμενης μεσαίας τάξης, καθώς οι πολυποίκιλες και ετερόκλητες μερίδες που τη συναποτελούν είναι εκείνες που έκριναν σε μεγάλο βαθμό και την έκβαση των εκλογών. Εξάλλου, πολύ έγκαιρα ο Μαρξ είχε διαγνώσει την ιδιόρρυθμη φύση της συγκεκριμένης τάξης. Η θολή ταξική συνείδηση πλήθους μεσαίων και μικρομεσαίων στρωμάτων οφείλεται κατά κύριο λόγο στον ευμετάβλητο χαρακτήρα της ίδιας της οικονομικοκοινωνικής θέσης τους, επηρεαζόμενης από τη συνδρομή σωρείας συγκυριακών και απρόβλεπτων παραγόντων. Συνεπώς, ανάλογα με τις εκάστοτε εξελίξεις, η τάξη αυτή είναι ευεπίφορη σε συμμαχίες άλλοτε με τα καταπιεζόμενα λαϊκά στρώματα και άλλοτε με το αστικό μπλοκ εξουσίας.

Φρονώ ότι καμία απόπειρα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού εκ μέρους της Αριστεράς δεν μπορεί να έχει ελπιδοφόρο προοπτική, αν δεν κατορθώσει να συστρατεύσει τη μεσαία τάξη στο πλευρό της εργατοϋπαλληλικής, ώστε από κοινού να επιτευχθεί μια ευρεία προοδευτική κοινωνική συμμαχία μη προνομιούχων στρωμάτων, που θα συνειδητοποιήσει ότι έχει να αποκομίσει μεγαλύτερα οφέλη από ένα χειραφετικό εγχείρημα παρά από την υποστήριξη του υπάρχοντος καθεστώτος. Κι αυτό συμβαίνει, διότι αφενός δίχως τη συστράτευση αυτή, δεν βγαίνουν τα νούμερα για τη δημιουργία μιας απαραίτητης στέρεης κοινωνικής βάσης που θα στηρίξει ενεργά και με ενθουσιασμό όλες τις αναγκαίες ριζικές αλλαγές και ανατροπές, και, αφετέρου, διότι μια τέτοια συμμαχία διασφαλίζει ότι ο προσανατολισμός μιας νέας αντικαπιταλιστικής εξουσίας θα έχει ως πρόσημο την ισότητα προς τα πάνω μέσω της ισοκατανομής του πλούτου και όχι την ισοπέδωση μέσω της ολιγάρκειας.

Έτσι, ενώ στις τελευταίες εκλογές ήταν φυσικό και θεμιτό από ταξικής άποψης ο ΣΥΡΙΖΑ να χάσει προάστια όπως η Εκάλη ή η Βουλιαγμένη, θα πρέπει να προβληματιστεί για την απώλεια προαστίων όπως τα Μελίσσια, τα Βριλήσσια, η Αγία Παρασκευή κ.ά., στα οποία θα μπορούσε άνετα να επικρατήσει αν στον αριστερό πολιτικό του λόγο έδινε περισσότερο χώρο για να εκφραστούν και οι ανησυχίες τής ήδη αποδεκατισμένης οικονομικά μεσαίας τάξης. Για παράδειγμα, ο μικρομεσαίος μαγαζάτορας είναι αυτός που έχει τσακιστεί περισσότερο από τα δάνεια των τραπεζών και ωθείται σε φοροδιαφυγή, ενώ ο αυτοαπασχολούμενος είναι αυτός που δεν έχει ούτε ταμείο ανεργίας αλλά ούτε και δυνατότητα να πληρώσει μόνος του τις υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές. Επίσης, π.χ. το χαράτσι πλήττει πολύ περισσότερο τον μεσαίο που έχει ακίνητο δίχως αντίστοιχη εισοδηματική ικανότητα παρά τον χαμηλόμισθο με τα λίγα τετραγωνικά μικρής αντικειμενικής αξίας, ενώ παράλληλα ο φόρος κληρονομιάς, όταν αφορά βασική κατοικία που δεν παράγει έσοδα και βαρύνει πρώτους συγγενείς κάθετης γραμμής, αποτελεί μια ιδιότυπη αλλά καυτή βαρβαρότητα με την οποία ανέκαθεν απαξιούσε να ασχοληθεί η Αριστερά, αφήνοντας π.χ. ζωτικό χώρο στον κάθε Καραμανλή να παρουσιάσει κοινωνικό πρόσωπο.


*Ο Νάσος Θεοδωρίδης είναι δικηγόρος και μέλος της Επιτροπής Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ.